MountainsGreece

Ορειβασία στην σκιά της Κακαρδίτσας

Τα βουνά της Πίνδου φάνηκαν από τον κάμπο των Τρικάλων. Το μάτι μας έπεσε πάνω σε μια μακριά κορυφογραμμή η οποία δεν ήταν άλλη από αυτή του Κόζιακα. Πλησιάζαμε στην Πύλη με τον ουρανό βαρύ, έτοιμο να βρέξει. Σε όλη την διαδρομή από την Πύλη μέχρι και τη Μεσοχώρα παντού βλέπαμε καταρράκτες. Παρά τους έντονους νοτιάδες των τελευταίων ημερών τα χιόνια κάλυπταν ακόμη τα βουνά και σε ορισμένα σημεία έφταναν μέχρι το δρόμο.

Οι εικόνες που βλέπαμε μας αποζημίωναν πλήρως για την επιλογή μας να ταξιδέψουμε ως εδώ στην καρδιά της Νότιας Πίνδου. Εκτός από την ομορφιά του τοπίου έπρεπε να προσέχουμε και τον ίδιο τον δρόμο, μια που σε πολλά σημεία είχε πάθει καθίζηση με τις κατολισθήσεις να είναι συχνό φαινόμενο.

Το σούρουπο μας βρήκε στο χωριό της Μεσοχώρας. Έμοιαζε έρημο και μόνο το ταβερνάκι στην είσοδο του φαίνονταν να έχει ζωή.

Συνεχίσαμε προς την Νεράιδα όπου θα περνούσαμε το πρώτο μας βράδυ. Μερικά χιλιόμετρα μετά το φράγμα του Αχελώου στρίψαμε δεξιά και αρχίσαμε να ανηφορίζουμε προς το χωριό. Ο καιρός μας υποδέχτηκε με δυνατή βροχή, η οποία όσο ανεβαίναμε άλλαζε σε χιόνι. Τελικά φτάνοντας στο χωριό το έστρωνε κανονικά.

Κατευθυνθήκαμε προς το κέντρο δίπλα στην εκκλησία όπου σταθμεύσαμε. Την ίδια στιγμή ένας νεαρός ετοιμαζόταν να κατεβάσει το αυτοκίνητό του χαμηλότερα και μας πρότεινε να κάνουμε το ίδιο, μιας που υπήρχε η πιθανότητα να κλείσουν οι στενοί δρόμοι μέσα στο χωριό. Αφού του εξηγήσαμε ότι θα καθόμασταν παραπάνω από μια μέρα στην περιοχή παραμείναμε στο σημείο και αρχίσαμε να ψάχνουμε για ένα υπόστεγο ώστε να στήσουμε τη σκηνή.

Λίγο παρακάτω υπήρχαν δύο καφενεία. Το ένα ήταν κλειστό ενώ το άλλο είχε λίγους κατοίκους, οι οποίοι απολάμβαναν το ποτό τους. Στήσαμε γρήγορα τη σκηνή στο υπόστεγο του κλειστού καφενείου και μπήκαμε μέσα για να πιούμε μια μπύρα και να γνωρίσουμε τους ανθρώπους.

Πιάσαμε αμέσως την κουβέντα και τους εξηγήσαμε που θέλαμε να πάμε. Οι μισοί ήταν διστακτικοί για την απόφασή μας να ανέβουμε ψηλά στο βουνό, ενώ κάποιοι μας ενθάρρυναν. Ο παπάς του χωριού ήταν ο πιο ένθερμος υποστηρικτής για την “βόλτα” που ετοιμάζαμε και μας κέρασε άλλη μια μπύρα.

Τα βουνά της περιοχής μονοπώλησαν τη συζήτηση και άρχισαν να μας λένε διάφορες ιστορίες για αυτά. Κάποιος αναφέρθηκε στο τελευταίο δυστύχημα που είχε γίνει στον Κριάκουρα. Ένας άνθρωπος μεγάλος σε ηλικία ανέβηκε για να μαζέψει τσάι σε μια απόκρημνη περιοχή και γλίστρησε στον γκρεμό. Για να τον βρούνε χρειάστηκαν έξι μέρες. Χαρακτηριστικά μας εξήγησαν ότι ούτε το ελικόπτερο δεν μπορούσε να τον βρει.

Ύστερα μας είπαν για μια μεγάλη τρύπα που έχει στον Κριάκουρα, από όπου έπαιρναν πάγο τα καλοκαίρια και το μετέφεραν στο χωριό.

Με το πέρασμα της ώρας η κουβέντα πήγε σε θέματα οικολογίας. Μιλήσαμε για το φράγμα της Μεσοχώρας και για τις επιπτώσεις των ανεμογεννητριών στα βουνά. Για τη Μεσοχώρα ακούστηκε η άποψη ότι οι κάτοικοι πρώτα δούλεψαν στο έργο και μετά αποφάσισαν να εναντιωθούν. Βέβαια η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση μια που πολλοί ήταν αυτοί που αντιστάθηκαν από την πρώτη στιγμή, μέχρι που ήρθαν αντιμέτωποι με τα ΜΑΤ.

Γύρω στις δέκα η ώρα το καφενείο άρχισε να αδειάζει και εμείς με τη σειρά μας φύγαμε για τη σκηνή. Η χιονόπτωση ευτυχώς είχε σταματήσει. Το επόμενο πρωί θα ήταν αρκετά δύσκολο, μια που θα έπρεπε να ανέβουμε μέχρι το διάσελο ανάμεσα στον Κριάκουρα και την Φούρκα, όπου και θα διανυκτερεύαμε για τα επόμενα δυο βράδια σε υψόμετρο 1700μ. Αυτό σήμαινε ότι θα κουβαλούσαμε αρκετό εξοπλισμό. Από εκεί θα ξεκινούσαμε για να βρεθούμε όσο το δυνατόν πιο κοντά στην Κακαρδίτσα.

1η ημέρα

Σηκωθήκαμε στις έξι και μισή και αρχίσαμε να ετοιμάζουμε τις τσάντες μας. Τα πράγματα χώρεσαν οριακά ενώ αρκετά από αυτά κρέμονταν από έξω. Τελικά στις οχτώ η ώρα ξεκινήσαμε την ανάβαση. Περάσαμε έξω από το σχολείο του χωριού και στρίψαμε δεξιά στον χωματόδρομο δίπλα του όπου υπήρχαν δύο ενημερωτικές ταμπέλες.

Η ανηφόρα στην αρχή ήταν απότομη ενώ υπήρχε και φρέσκο χιόνι από το χθεσινό βράδυ. Ο δρόμος σε πολλά σημεία ήταν πλημμυρισμένος από άκρη σε άκρη και αναγκαζόμασταν να πατάμε πάνω στις πέτρες. Φτάνοντας σε μια στροφή είδαμε κόκκινη μπογιά πάνω σε μια πέτρα και αποφασίσαμε να μπούμε μέσα στο δάσος. Όμως λίγο παραπάνω το χιόνι κάλυπτε το μονοπάτι ενώ δεν υπήρχαν άλλα σήματα. Έτσι βρεθήκαμε να περιφερόμαστε ανάμεσα από τα έλατα με το άφθονο χιόνι να δυσκολεύει την πορεία μας. Τελικά λίγη ώρα μετά ξαναβρήκαμε τον δασικό δρόμο και αποφασίσαμε να μην τον αφήσουμε μέχρι το αλπικό κομμάτι του βουνού.

Το χιόνι στο έδαφος ήταν φρέσκο αλλά η ποιότητά του ήταν ιδανική για περπάτημα, αφού από κάτω κρύβονταν το παλιό παγωμένο χιόνι που είχε πέσει κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Το σκηνικό άλλαξε κοντά στα 1600μ. υψομέτρου όπου είχαν πέσει μεγάλες ποσότητες χιονιού. Εκεί αρχίσαμε να βουλιάζουμε και να προχωρούμε με δυσκολία. Ευτυχώς όμως βρισκόμασταν αρκετά κοντά στο διάσελο όπου θα κατασκηνώναμε.

Φτάνοντας στο αλπικό κομμάτι περάσαμε δίπλα από μερικά μικρά έλατα και συνεχίσαμε να ανηφορίζουμε από μια ράχη στην δεξιά πλευρά του ρέματος. Λίγο παραπάνω υπήρχαν δύο πηγές οι οποίες είχαν εξαφανιστεί εξαιτίας του χιονιού. Σε δύο σημεία το χιόνι είχε υποχωρήσει και καταλάβαινε κάποιος ότι από κάτω κυλούσε νερό.

Το πεδίο που επιλέξαμε για να προχωρήσουμε ήταν απότομο, αλλά τουλάχιστον ήμασταν ασφαλείς σε περίπτωση χιονοστιβάδας. Αριστερά μας βρίσκονταν ο Κριάκουρας και δεξιά η Φούρκα. Και οι δύο αυτές κορυφές ήταν πολύ εντυπωσιακές με ενδιαφέρουσες κορυφογραμμές. Στον Κριάκουρα ήταν εμφανή τα σημάδια από τις χιονοστιβάδες που είχαν πέσει. Αντίθετα η Φούρκα κέρδιζε τις εντυπώσεις με τους πανύψηλους καταρράκτες. Για να τους δει κανείς θα πρέπει να ανέβει τέτοια εποχή στο βουνό (άνοιξη), αφού όταν λιώσουν τα χιόνια εξαφανίζονται.

Μετά από τρεις ώρες είχαμε φτάσει στο διάσελο. Ψάξαμε για το καλύτερο μέρος ώστε να στήσουμε τη σκηνή μας και αφού το βρήκαμε ξεκινήσαμε το σκάψιμο για να τη βάλουμε πάνω στον πάγο. Όση ώρα ετοιμάζαμε το σημείο που θα διανυκτερεύαμε ο καιρός έκλεινε όλο και πιο πολύ. Η χιονόπτωση είχε αρχίσει από αρκετά χαμηλά αλλά τα πράγματα έδειχναν ότι θα χειροτέρευαν. Πριν προλάβουμε να ετοιμαστούμε η ομίχλη είχε καλύψει τα πάντα, ενώ το χιόνι με τη βοήθεια του ανέμου εισχωρούσε στο εσωτερικό της σκηνής. Έτσι αναγκαστήκαμε να μπούμε μέσα για να ζεσταθούμε με σκοπό να βγούμε και πάλι αργότερα.

Ο καιρός όμως είχε άλλη άποψη. Δεν είχε σκοπό να ανοίξει ξανά. Εξαιτίας του δυνατού ανέμου αναγκαστήκαμε να παραμείνουμε μέσα στην σκηνή μέχρι το επόμενο πρωί, ενώ βγήκαμε μόνο για λίγα λεπτά πριν πέσει η νύχτα.

Αργά το βράδυ η χιονόπτωση σταμάτησε και ο ουρανός άνοιξε για τα καλά. Πλέον είχαμε να τα βάλουμε μόνο με το κρύο. Η θερμοκρασία μέσα στη σκηνή είχε πέσει στους -5οC, ενώ έξω πλησίαζε τους -9οC. Τις επόμενες ώρες τις περάσαμε φέρνοντας στροφές μέσα στους υπνόσακους. Κάθε φορά που μια πλευρά κρύωνε γυρνούσαμε από την άλλη. Κάπως έτσι μας βρήκε το ξημέρωμα. Εμφανώς καταβεβλημένους και με την ψυχολογία μας να ακροβατεί επικίνδυνα.

2η ημέρα

Η επόμενη μάχη δόθηκε στο ντύσιμο. Οι γκέτες όπως και τα περισσότερα πράγματα είχαν παγώσει και κούμπωναν με πολύ δυσκολία. Αν και σηκωθήκαμε νωρίς δεν καταφέραμε να ξεκινήσουμε αμέσως. Χρειάστηκε να κάτσουμε για λίγη ώρα στον ήλιο, ώστε να ζεσταθούν τα χέρια και τα πόδια μας. Το χοροπηδητό ήταν η καλύτερη λύση.

Αφού χάσαμε λίγη ώρα για να συνέλθουμε ξεκινήσαμε το περπάτημα. Είχαμε βάλει σαν στόχο να φτάσουμε στην κορυφή Χίλια Εξήντα (2.253μ.), η οποία βρισκόταν δίπλα στην ψηλότερη κορυφή της Κακαρδίτσας (2.429μ.).

Ο ήλιος φώτιζε τα χιονισμένα βουνά και τους έδινε μια πορτοκαλί απόχρωση από το ξημέρωμα.

Ξεκινήσαμε να κατηφορίζουμε από το διάσελο με σκοπό να βγούμε σε ένα ρέμα αρκετά παρακάτω. Από εκεί θα τραβερσάραμε προς τα αριστερά για να προσεγγίσουμε την βάση της κορυφής Χίλια Εξήντα.

Φτάνοντας αρκετά πιο χαμηλά ξεκινήσαμε την ανάβαση. Αριστερά βλέπαμε την κορυφογραμμή που ενώνει τον Κριάκουρα με την Κακαρδίτσα και δεξιά την Φούρκα. Το χιόνι σε αυτό το σημείο του βουνού ήταν άφθονο και παρά το κρύο μας έκανε την ζωή δύσκολη. Ανεβήκαμε το πρώτο απότομο σημείο και βγήκαμε σε ένα λούκι μέσα στο οποίο υπήρχαν τεράστια κομμάτια πάγου. Είχαν πέσει όλα από την κορυφογραμμή στα αριστερά μας και ήταν καλυμμένα από φρέσκο χιόνι. Έτσι αποφασίσαμε να δεθούμε ώστε αν γινόταν κάτι κακό να μπορούσε ο ένας να βρει τον άλλο.

Λίγο πιο πάνω βγήκαμε στο πρώτο πλάτωμα. Από εδώ βλέπαμε καλύτερα την πορεία που θα έπρεπε να ακολουθήσουμε. Η κορυφή Χίλια Εξήντα ήταν αρκετά απότομη από δεξιά ενώ έμοιαζε να περπατείται εύκολα από αριστερά. Έτσι συνεχίσαμε να τραβερσάρουμε μέχρι που είδαμε ένα διάσελο ακριβώς από πάνω μας. Η κλίση ήταν αρκετά απότομη αλλά όχι απαγορευτική. Αμέσως αρχίσαμε να ανεβαίνουμε χρησιμοποιώντας το ένα πιολέ όπως και τα γκραμπόν. Στο τέλος της απότομης πλαγιάς υπήρχε άλλο ένα μεγάλο πλάτωμα. Εδώ το μαλακό χιόνι έδινε την θέση του στον πάγο. Πλέον περπατάγαμε άνετα χωρίς να βουλιάζουμε.

Ακολουθώντας μια ράχη καταφέραμε να βγούμε στην κορυφογραμμή. Η θέα από εδώ ήταν μοναδική. Βλέπαμε τα Τζουμέρκα, τη Στρογγούλα, τη Μακριά Ράχη, το Καταφύλλι, το Αυγό, τα δυτικά Άγραφα όπως και πολλά άλλα βουνά.

Μετά το σύντομο διάλειμμα συνεχίσαμε να περπατάμε πάνω στην κορυφογραμμή. Η θερμοκρασία είχε κατέβει κατακόρυφα και ο αέρας μας πάγωνε το πρόσωπο. Κάθε φορά που βλέπαμε ένα ύψωμα μπροστά μας νομίζαμε ότι είχαμε φτάσει στην κορυφή μα από πίσω πετάγονταν ακόμη ένα. Μέσα στο κρύο για λίγα λεπτά γίναμε τρεις αυτοί που περπατάγαμε στην κορυφογραμμή. Μια πανέμορφη αλεπού που στην αρχή την περάσαμε για λύκο περπατούσε ακριβώς μπροστά μας. Όταν μας είδε απομακρύνθηκε και κάθισε σε ένα ψηλό σημείο παρατηρώντας μας. Μετά από λίγο χάθηκε από τον ορίζοντα και δεν την ξαναείδαμε.

Τελικά χρειάστηκαν 45 λεπτά για να βγούμε από το πλάτωμα στην κορυφή. Η συνολική απόσταση από το διάσελο διήρκησε πέντε ώρες με δύο μικρές στάσεις.

Τα λίγα λεπτά που έκατσα στην κορυφή ένιωσα υπέροχα όπως και ο σύντροφός μου. Η διαδρομή έως εδώ έμοιαζε ατελείωτη και πολλές στιγμές είπα μέσα μου ότι δεν θα τα καταφέρναμε. Με εντελώς παγωμένο χιόνι και με καλή σωματική κατάσταση, πιθανότατα θα μπορούσαμε να φτάσουμε και στην ψηλότερη κορυφή της Κακαρδίτσας. Η σημερινή όμως μέρα μετά την χθεσινοβραδινή χιονόπτωση θα μας έβαζε σε μεγάλο κίνδυνο και δεν το προσπαθήσαμε.

Η κούραση και το κρύο δεν μας επέτρεψαν να κάτσουμε πολύ ώρα στην κορυφή. Βγάλαμε μερικές φωτογραφίες και ξεκινήσαμε την κατάβαση.

Δεν προλάβαμε να απομακρυνθούμε από την κορυφή και ένα σύννεφο άρχισε να κλείνει τον ορίζοντα. Η ομίχλη ανέβαινε από τους Μελισσουργούς. Το βήμα μας έγινε πιο γρήγορο για να κατεβούμε χαμηλότερα ώστε να μπορούμε να βλέπουμε.

Πολύ σύντομα φτάσαμε στο απότομο κομμάτι της διαδρομής, το οποίο ξεκίνησε να κατεβαίνει ο σύντροφός μου δεμένος. Το φρέσκο χιόνι που είχε στρωθεί πάνω στον πάγο δεν άφηνε πολλά περιθώρια για σκέψη. Έπρεπε να κατέβουμε προσεκτικά αλλά και γρήγορα. Έτσι και έγινε. Η κατάβαση ολοκληρώθηκε χωρίς απρόοπτα και αρκετά χαμηλότερα κάναμε μια μεγάλη στάση για να φάμε. Έπειτα συνεχίσαμε να τραβερσάρουμε αντίστροφα μέχρι το χαμηλότερο σημείο.

Τώρα έμενε να ανηφορίσουμε ξανά προς το διάσελο που είχαμε την σκηνή μας. Ο ρυθμός μας είχε πέσει και η ανηφόρα μπροστά μας έμοιαζε ατελείωτη. Η θέλησή μας όμως κυριαρχούσε στο σώμα μας και παρά τις βαριές ανάσες βρεθήκαμε στην σκηνή. Το υπόλοιπο απόγευμα το περάσαμε λιώνοντας χιόνι για να γεμίσουμε τα παγούρια μας, αφού γυρίσαμε πίσω χωρίς νερό και αφυδατωμένοι.

Λίγο πριν πέσει η νύχτα φάγαμε και ετοιμαστήκαμε για να περάσουμε ακόμη ένα βράδυ. Η θερμοκρασία είχε πέσει στους -4οC και υποπτευόμασταν ότι θα περνάγαμε μια από τα ίδια. Τελικά η ομίχλη επιβεβαίωσε τους φόβους μας. Ο καιρός έκλεισε ξανά. Η κούραση και η μηδενική ορατότητα με έκανε να μπερδεύω την ανηφόρα με την κατηφόρα. Περπατούσα νομίζοντας ότι το επόμενο βήμα θα ήταν πιο ψηλά στο έδαφος αλλά πήγαινα πιο χαμηλά. Αυτή ήταν η τελευταία βόλτα της ημέρας. Σύντομα βρεθήκαμε μέσα στην σκηνή.

3η ημέρα 

Το επόμενο πρωί ήρθε “καρμπόν” όπως και το προηγούμενο. Το κρύο μας είχε νικήσει ξανά. Το σώμα μας είχε χάσει ακόμη περισσότερη ενέργεια. Βγήκαμε έξω και είδαμε τον μαύρο ουρανό. Τα σύννεφα έδειχναν ότι ερχόντουσαν προς το μέρος μας και οι πρώτες νιφάδες έκαναν την εμφάνισή τους. Δεν υπήρχε καμιά ελπίδα για μια ακόμη ανάβαση. Θέλαμε πολύ να ανέβουμε στην κορυφή της Φούρκας μια που μας χώριζαν μόνο 300 μέτρα υψομετρικής διαφοράς αλλά ο καιρός είχε άλλη άποψη.

Έτσι πήραμε την απόφαση να κατέβουμε προτού έρθει ο νέος χιονιάς. Νιώθαμε πλήρεις από το πρόγραμμα που είχαμε κάνει και όλα είχαν κυλήσει όπως τα σχεδιάσαμε.

Μαζέψαμε τα πράγματά μας και σύντομα πήραμε τον δρόμο του γυρισμού. Στο βάθος βλέπαμε ότι χιόνιζε αρκετά και σε λίγη ώρα βρισκόμασταν και εμείς μέσα στο σύννεφο. Με χιονόπτωση ανεβήκαμε και με χιονόπτωση κατεβαίναμε.

Περιμέναμε να βρούμε μαλακό χιόνι μέσα στο δάσος και ήμασταν έτοιμοι για μια ακόμη ταλαιπωρία, αλλά οι φοβίες μας εξαφανίστηκαν όταν το πατήσαμε. Η κατάσταση του χιονιού ήταν άριστη. Το πόδι μας δεν βούλιαζε ούτε δυο πόντους και φτάσαμε στα πρώτα σπίτια του χωριού σε λιγότερο από δυο ώρες.

Πήγαμε ξανά στο καφενείο για να τους πούμε ότι κατεβήκαμε και μετά από λίγη ώρα πήραμε τον δρόμο του γυρισμού.

Τα χωριά της Πίνδου είναι υπέροχα όπως και οι λιγοστοί άνθρωποι που επιμένουν να κατοικούν σε αυτά. Είναι παράξενο που δεν υπάρχουν αρκετοί επισκέπτες σε αυτά τα όμορφα βουνά. Μπορεί η οικονομική κρίση να έχει προκαλέσει πολλές ψυχικές και πρακτικές αλλαγές στις ζωές μας, ωστόσο ένα ταξίδι σε αυτά τα μέρη αξίζει και δεν κοστίζει πολλά χρήματα. Κάποια στιγμή ίσως είναι καλό να ξανασκεφτούμε τον τρόπο που ταξιδεύουμε. Με καλή παρέα και με σωστή μοιρασιά στα έξοδα θα μπορούμε να πηγαίνουμε πολύ μακριά και να μιλάμε με τους ανθρώπους που ζουν μονάχοι. Έτσι μπορεί να μην χρειαστεί να μας ρωτήσει ξανά κάποιος «εάν είδαμε κίνηση προς τα πάνω – αν έρχεται κανείς προς τα χωριά»…

Γενικές πληροφορίες

– Εάν κάποιος σκοπεύει να ανέβει στην ψηλότερη κορυφή της Κακαρδίτσας μπορεί να ανηφορίσει από το χωριό Ματσούκι στα δυτικά. Είναι ο ευκολότερος τρόπος. Άλλες δυο διαδρομές ξεκινούν από τα χωριά Αθαμανία και Γαρδίκι, τα οποία βρίσκονται στην ανατολική πλευρά του βουνού. Οι διαδρομές αυτές ακολουθούν δύο ξεχωριστές ράχες που οδηγούν στην κορυφογραμμή και τον χειμώνα είναι αρκετά επικίνδυνες.

– Σε γενικές γραμμές η Κακαρδίτσα είναι ένα απομονωμένο βουνό και θα πρέπει να ήμαστε πολύ προσεκτικοί γιατί σε περίπτωση ατυχήματος η βοήθεια θα αργήσει πολύ να έρθει.

– Οι υπόλοιπες διαδρομές όπως και αυτή που κάναμε θα χρειαστεί να κοιμηθούμε αρκετά ψηλά στο βουνό για να προλάβουμε να προσεγγίσουμε την ομώνυμη κορυφή.

– Η απόσταση από το διάσελο της Νεράιδας μέχρι την κορυφή της Κακαρδίτσας είναι πολύ μεγάλη και αν στο βουνό υπάρχει φρέσκο χιόνι είναι σχεδόν αδύνατο να φτάσει κάποιος και να επιστρέψει την ίδια μέρα. Ωστόσο μπορεί κανείς να ξεκινήσει με καλό σλίπινγκ μπαγκ και να κοιμηθεί στην βάση της Κακαρδίτσας επιστρέφοντας την επόμενη ημέρα.

– Από το διάσελο της Νεράιδας μπορούμε να ανηφορίσουμε στον Κριάκουρα και στην Φούρκα. Για μια τέτοια ανάβαση θα χρειαστούμε χειμερινό εξοπλισμό όπως και τις κατάλληλες γνώσεις. Χαμηλότερα από το διάσελο υπάρχει και πηγή αλλά τον χειμώνα θάβεται από το χιόνι.

– Στο χωριό Νεράιδα λειτουργεί ένα καφενείο στο οποίο μπορεί κανείς να πιει κάτι και να φάει μεζεδάκια. Δεν λειτουργεί σαν ταβέρνα. Τον χειμώνα στο χωριό μένουν μόνο είκοσι άτομα.

– Από το διάσελο της Νεράιδας χρειαστήκαμε πέντε ώρες για να φτάσουμε στην κορυφή Χίλια Εξήντα. Οι ώρες της πορείας μεταβάλλονται από την κατάσταση του χιονιού και την αντοχή μας. Καλό είναι να επισκεφτούμε την περιοχή το καλοκαίρι ώστε να έχουμε μια εικόνα των βουνών προτού πάμε με χιόνια.

κείμενο – φωτογραφίες: Πάνος Μπαμπαλούκας
επιμέλεια: Αναστάσης Τζίμας

Σχετικά άρθρα

Μπαρουτοσπηλιά Παρνασσού

mountainsGreece

Φτέρη 2.126μ. – Άγραφα

mountainsGreece

Αχελώος

mountainsGreece